Το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών (ΣΠΩ) αποτελεί την πιο συχνή ενδοκρινοπάθεια των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας (5-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας) και χαρακτηρίζεται από ανωοθυλακιορρηξία και υπερανδρογοναιμία.

Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από μεγάλη ετερογένεια και για το λόγο αυτό δεν υπάρχει μέχρι σήμερα ορισμός που να είναι γενικά αποδεκτός. Οι γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών παρουσιάζουν διαταραχές της εμμήνου ρύσεων (που κυμαίνονται απο αραιομηνόρροια, δυσλειτουργική αιμοραγία έως και δευτεροπαθή αμηνόρροια), παχυσαρκία, υπερτρίχωση, ακμή και αλωπεκία. Μπορεί να συνυπάρχουν αυξημένα επίπεδα LH (LF/FSH>2), τεστοστερόνης και ανδροστενεδιόνης, καθώς και αντίσταση στην ινσουλίνη, ενώ ενδέχεται να συνυπάρχει και μικρού βαθμού υπερπρολακτιναιμία. Ο ορμονικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται στην αρχή της ωοθυλακικής φάσης του κύκλου (3η - 5η ημέρα της εμμήνου ρύσεως).

Οι γυναίκες αυτές παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση του μεταβολλικού συνδρόμου (περιλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, στεφανιαία νόσος). Επίσης, παρουσιάζουν, αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του ενδομητρίου, λόγω της χρόνιας ανωθυλακιορρηξίας και της συνεχούν οιστρογονικής επίδρασης του ενδομητρίου (χωρίς την προστατευτική επίδραση της προγεστερόνης), της παχυσαρκίας και της υπεριονσουλιναιμίας. Μερικές μελέτες έχουν δείξει και αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού. Υπερηχογραφικά, μπορεί να απεικονίζονται οι ωοθήκες με πολλά μικρά ωοθυλάκια (>10 ωοθυλάκια με διάμετρο 2-8mm) και με παρουσία αυξημένης ποσότητας στρώματος.

Από την άλλη πλευρά, όμως, πολυκυστικές ωοθήκες ανευρίσκονται υπερηχογραφικά σε 20-30% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας χωρίς να συνυπάρχουν άλλα κλινικά ή βιοχημικά χαρακτηριστικά του συνδρόμου.

Το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών εμφανίζεται σύντομα μετά την εμμηναρχή και διαρκεί για όλη την αναπαραγωγική ηλικία. Παρόλα αυτά, αυξομειώσεις του σωματικού βάρους μπορεί να επηρεάζουν σημαντικά την κλινική εικόνα του συνδρόμου.

Οι γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών παρουσιάζουν υπογονιμότητα, λόγω της ανωθυλακιορρηξίας.

Η θεραπεία εκλογής για πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας είναι η κιτρική κλμφένη (50-150 mg για 5 ημέρες στην αρχή της ωοθυλακικής φάσης). Σε περιπτώσεις που υπάρχει αντίσταση στην κλομιφένη, μπορεί να γίνει πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας με γοναδοτροφίνες. Οι γυναίκες με PCOS παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο για επιπλοκές από την πρόκληση ωοθυλακιορρηξιας, όπως σύνδομο υπερδιέγερσης, ωοθηκών (σύνδρομο με μεγάλη αύξηση του μεγέθουν των ωοθηκών, παρουσία ασκίτη, υπερπηκτικότητα και συστηματικές επιπλοκές) και πολύδυμες κυήσεις.

Επίσης, μπορεί να γίνει καυτηρίαση ων ωοθηκών (drilling), με σκοπό την καταστροφή τμήματος του στρώματος των ωοθηκών και τη μείωση της υπερανδρογοναιμίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την προσωρινή επαναφορά ωοθυλακιορρκηκτικών κύκλων (για 1-2 έτη).

Η απώλεια βάρους μπορεί να βελτιώσει την αντίσταση στην ινσουλίνη και να υπάρξουν ωοθυλακιορρηκτικοί κύκλοι. Τέλος, τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούνται ευαισθητοποιητές της ινσουλίνης (κυρίως η μετφορμίνη) για την πρόκληση της ωοθυλακιορρηξίας, με ή χωρίς κλομφένη.

Η υπερανδρογοναιμία, που αποτελεί ένα απο τα κλασικά σημεία αυτού του συνδρόμο, προκαλεί υπερτρίχωση, ακμή, αλωπεκία και αύξηση του μεγέθους της κλειτορίδας. Καταστολή των ωοθηκών οδηγεί σε μείωση των ανδρογόνων και θεραπεία των συμπτωμάτων. Μπορεί να χρησιμοποιηθούν είτε αντισυλληπτικά δισκία είτε το αντιανδρογόνο εξεϊκή κυπροτερόνη. Οι διαταραχές της εμμήνου ρύσεως μπορεί να αντιμετωπισθούν είτε με τη λήψη αντισυλληπτικών δισκίων είτε με την κυκλική χορήγηση προγεστερόνης.